Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2011

« Έτσι γνωρίσαμε τον Παπαδιαμάντη στη Λίμνη!...)

ΕΤΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ (1911-2011) 



(100 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ)

Γράφει ο Δημήτρης Αποστόλου «Ελύμνιος» - ιστοριοδίφης

1η δημοσίευση
(Αφιέρωμα στον σ. φιλόλογο Νίκο Μιχαήλ)

«Κλείστε τα βιβλία σας!...»
Παραμονές Χριστουγέννων, έξω κρύο χιονόνερο κι εμείς  τρίβαμε μέσα στην τάξη τα χέρια μας… τόσο για …ζεστασιά, αλλά κι από χαρά πιο πολύ, που δεν θα γράφαμε (όπως νομίζαμε) πρόχειρο διαγώνισμα…
Γιατί ο καθηγητής μας, ο Νίκος Μιχαήλ, με την επιβλητική παρουσία του, είχε παραμάσχαλα σήμερα, ένα μαύρο τόμο ογκώδη, που εισερχόμενος πέταξε βροντερά στο ξύλινο τραπέζι της έδρας του … Γκούπ!... Κι ύστερα αντήχησε … η στιβαρή φωνή του…
«Χριστουγεννιάτικο διήγημα… Η Σταχομαζώχτρα… Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη!...»
Στην αίθουσα …τσιμουδιά!
Κι οι πάντα φρόνιμοι μαθητές των πρώτων σειρών κι οι άλλοι μεσαίοι, ακόμη κι η θορυβώδικη «γαλαρία» των τελευταίων-τελευταίων θρανίων… Όλοι!... Ο καθηγητής, ως το συνήθιζε σαν αφηγόταν, ή όταν μας διάβαζε διηγήματα, κρέμασε το δεξί του πόδι απ’ τη γωνία του τραπεζιού που μισοκάθισε πάνω του, στυλωμένος ο άλλος μισός στο ίσο αριστερό, που πατούσε πάνω στην έδρα.
Ο λειτουργός με την έμφυτη μιμική, τον ορθόφρονα λόγο και την ζωντανή  εξιστόρηση… που πότε γινότανε Περικλής, αγορεύοντας «Επιτάφιους» (ο Ρίτσος δεν διαβαζότανε τότε…), πότε γινότανε Παλαμάς, στον «θάνατο (που συχνά τον βασάνιζε) του παλικαριού» και πότε βροντώδης Σικελιανός-Αρχαγγελικός, σήμερα …τώρα… γινόταν Παπαδιαμάντης!...
«…Βαρύς χειμών ενέσκηψεν εις τα βορειότερα εκείνα μέρη
…κραταιός και βαρύπνοος βορράς, χιονιστής, εφύσα κατά τας παραμονάς της αγίας ημέρας… Ο χειμών εκείνος δεν ήτο φιλοπαίγμων…».
Και όλος και ξεδιπλώνονταν οι εικόνες, ξετυλίγονταν το τοπίο, νοερά ενσαρκώνονταν οι μορφές, που γίνονταν τώρα σενάριο μιας άλλοτε ζοφερής, πιο δύσκολης εποχής.
Τα παιδικά συναισθήματα φούντωναν, ρίγη συμπάθειας μας συνέπαιρναν για τη θειά την Αχτίτσα, την «φστάνα σταχομαζώχτρα της Βόρειας Εύβοιας», που ‘κανε –τι δεν έκανε!... να αναθρέψει τα δόλια της συγχωρεμένης της κόρης της ορφανά … τον εφτάχρονο «γέρο» (όπως τον ονομάτιζε και την πιο μικρούλα Πατρώνα, που τώρα γλύφαν τα κρούσταλα …να ξεγελαστούν, αντί για φαί «…επείνον τα κακόμοιρα!...» Αλλά …να! …(θεός από μηχανής», γυιός της Αχτίτσας ξεχασμένος …χρόνους πολλούς, ‘κείνος ο σουρτούκος ο Γιάννης, δίνει απόκριση απ’ τον Παναμά, στέλνει μαντάτα του κι ένα εσώκλειστο «τσεκ» μέσα στο γράμμα …άνοιξαν τα ουράνια θαρρείς όχι μονάχα για χάρη του βρέφους Χριστού, που αύριο θα γεννιόταν, αλλά και για τα δύσμοιρα ορφανά της γραίας Αχτίτσας!...
Ο παπα-Δημήτρης, πασπαλισμένος το ράσο μπαλοματίδα που φέρνει στο φτωχικό τις χαροποιές, ο κυρ Μαργαρίτης, ο έμπορος με το χρηματιστικό επιτήδευμα που  «παιδεύεται…» στην εξόφληση του παρά, ο δάσκαλος του χωριού που για λίγο και τούτος εμπλέκεται, αφήνοντας (τάχα…) σοβαρές ασχολίες …(στον πλαϊνό καφενέ …διασκέδαζε με το «κιάμο!...», ο παρεπιδημών Συριανός έμπορος, που μοίρα καλή θα εισβάλει και που θα δώσει αυτός τελικά τον «αρζανκονταν» ζωντανό παρά στη γραία Αχτίτσα… Και που αύριο ανήμερα Χριστουγέννων θα φορέσει «άδολην» καινουργή μανδήλαν, τα δε εγγονάκια της «καθαρά υποκαμισάκια δια τα ισχνά μέλη των και  θερμήν υπόδεσιν δια τους παγωμένους πόδας των»!

Έτσι γνωρίσαμε τον Παπαδιαμάντη στη Λίμνη! Με ολοζώντανες τις εικόνες των έργων του, σε στέκια, σε σπίτια, σε μαγαζιά, σε καλντερίμια και ρύμες της Λίμνης, σ’ ονόματα και θαρρείς σ’ ολόιδιες μορφές, που ταυτίζονταν με τους γραφικούς ήρωές του.
Πόσες και πόσες φορές έφηβοι μαθητές με το μεγαλύτερο, λίγο, αδελφό μου το Γιώργη και τον άλλο Γιώργη (Χριστόδουλο σήμερα, καθηγούμενο πάνω στ’ Αγιονορίτικο Κουτλουμούσι), προσπερνούσαμε σαν σχολάζαμε, τον μεγάλο ναό της Παναγίας «Λιμνιάς» και το Βαρβουζέϊκο Αη Νικόλα, εκεί στο παλιό μαγαζί του Ζανιάκου  (στη Σκιάθο, εκείνα τα χρόνια ο αντίστοιχος Τζανιακός δούλευε Καφενέ) και στο άλλο εκεί πολυμάγαζο του κυρ Νίκου του Μαργαζιώτη, (απέναντι στης μαμμής της Τρακόσαινας και στης Σιλυβέστραινας  το στενό), που ‘ταν κι ο ίδιος …πολυσχιδής κι εμπορευάμενος επιτήδειος χρηματιστής και ιεροψάλτης…
Θυμάμαι πως τον κοιτούσαμε προσπερνώντας, όπως στη Σκιάθο τον κυρ Μαργαρίτη στο βάθος του μαγαζιού του, σε τόμους, τεφτέρια και χαρτικά, με μια χαμηλή (σχεδόν κατά πρόσωπο λάμπα) να γράφει με τα χοντρά του γυαλιά, μισοκρυμμένος και μισοφάνερος, πίσω και μέσα από τα σκαλισμένα «ψευδομπαρόν» του γραφείου του καρυδένια μπαλούστρα…
Κι άλλες παραμονές Χριστουγέννων τότε μαθητικές, ξανακλείναμε τα βιβλία μας, για να διαβάσει ο Γυμνασιάρχης μας (θυμάμαι…) αυτή τη φορά ο Σαράντος ο Τσουλουχόπουλος (καλή του ώρα… στα γηρατειά του στις Σπέτσες που σήμερα είναι), να μας διαβάσει Παπαδιαμάντη Χριστουγεννιάτικο, «της Κοκκώνας το σπίτι» που δεν ξέρω, έτσι το φανταζόμουνα τότε… (στη Σκιάθο ανηφορίζοντας τα «Λυμνιά»1, εδώ ανηφορίζοντας το κλιμακωτό λιθόστρωτο για πάνω τα «Κολοκοτρωναίϊκα» στην «άνω ενορία» που μέναμε γειτονιά τα’ Αη Μελέτη…
Και προσπερνούσαμε λίγο πιο πάνω απ’ της Βεδούραινας το στενό, ένα ψηλό Σουλιωταίϊκο (πάντα κλεισμένο) αρχοντικό, μεσότοιχο με το χαμηλό χαγιατόσπιτο του μπάρμπα Ξένη το σπίτι (θυμάμαι μικρός… πήγαινα για τα κάλαντα) …προσπερνούσαμε μπρος στην μονίμως κλειστή του «καστρόπορτα», μια μαυρομαντηλούσα που καθότανε ανακούρκουδα στα σκαλοπάτια, σαν μοίρα γριά, απολιθωμένη, χτισμένη κι αυτή με τα βαρειά αγκωνάρια του αρχοντικού της!...
Στο σπίτι αυτό… σαν της «Κοκκώνας» στη Σκιάθο, έβλεπα νοερά (και τις νύχτες με φόβο…) σαν «Καλικάντζαρο» τον Παλούκα!
Και στο κυνηγητό τους πετροβολιό, που συχνά παίζαν εκεί (σαν τον «τσηλότατο» στα «Λυμνιά»1) οι μάγκες της γειτονιάς, ήταν ίδια κι εδώ σαν ν’ άκουγα …το Στάμο, το Νάσο, τον Αγγελή… «…να κι άλλη ζυγιά …να κι άλλη ζυγιά…» στο πετροβόλημα του Γιάννη Παλούκα!...
Θυμάμαι, σαν τέλειωσε το διήγημα, ο ίδιος ο Γυμνασιάρχης μας έβαλε εργασία (για τις γιορτινές, που θα καθόμασταν μέρες) να γράψουμε για τους γραφικούς λαογραφικούς Καλικάντζαρους, κι η πρώτη μάλιστα εργασία, θα γινόταν σενάριο έργου στο σχολικό θεατράκι μας!... Σ’ εκείνο (για μένα το πρωτόλειο) έργο, που κέρδισε την «διάκριση…», πάλι στο ίδιο πετρόχτιστο σπίτι, με τέχνασμα κλειδαμπάρωσα (θεατρικός σκηνοθέτης) τα σκανταλιάρικα, πονηρά καλικαντζαράκια μου, στο σκοτεινό του υπόγειο…
Κι ύστερα έβαλα σαν παπά, όταν άγιαζε την παραμονή των Φώτων, τον καλοκάγαθο τον παπαΧοχλιό (…ακουστά τον είχα απ’ τους παλιούς κι απ’ την μάνα μου), ν’ αγιάζει … «εν Ιορδάνη» το σπίτι, να προσπερνά στο κατώι … κι οι Καλικάντζαροι σε πανζουρλισμό, να σκάνε με κρότο …σαν τσιτωμένα ασκιά!...

Έτσι γνωρίσαμε τον Παπαδιαμάντη στη Λίμνη! Το νησί του, την εποχή του, τις απλοϊκές μορφές και τα καθημερινά, τα γιορταστικά καθόλου συνταρακτικά γεγονότα, την ηθογραφία και την λαογραφία της Σκιάθου, τους τρόπους κοινωνικής συμπεριφοράς και την ντοπιολαλιά των κατοίκων της, τα’ αρχοντικά και χαμόσπιτα, τα τοπωνύμια, τους κολυβογράμματους ιερείς, τις εκκλησίες και τα πλήθος ξωκλήσια, τους καραβουκυραίους και τους βαρκάρηδες, τους αρχοντάδες και τους πληβείους, τους πνευματικούς και γραμματιζούμενους, τους τελείως-τελείως αγράμματους, του περιθωρίου χαρακτήρες και τύπους.
Όλα τούτα από παιδιά, κι έχοντας πάντα καλή επαφή  με το έργο του, μεγαλώνοντας, αγαπήσαμε, λατρέψαμε τον Παπαδιαμάντη! Θες ήταν το ύφος της ίδιας μορφής του σεμνό, πατρικό… θες ήτανε το συναίσθημα, η καλλιτεχνική γοητεία του έργου του που μας συγκινούσε, θες ήταν το ίδιο το έργο του ευχάριστο, γλαφυρό, μουσικό και ποιητικό… θες ήταν εκείνη η γλώσσα του, αμάλγαμα ποικιλόμορφο καθαρεύουσας και αρχαϊκής, ιδιωματικής και δημοτικής, υμνογραφικής και βυζαντινίζουσας…
«Ιδού το βρίκι του καπετάν Λιμπέριου του Λιμνιού, είχε σηκωθή στα πανιά αργά την νύκτα, με το απόγειο της νυκτός ηύρε το ρέμα και απεμακρίνθη κ’εχώνεψε. Κατευόδιο καλό. Η προσευχή των μικρών παιδιών του ας είναι ως πνοή στα πανιά, στα ξάρτια του καραβιού σας… στο καλό, στο καλό!»

Έτσι γνωρίσαμε τον Παπαδιαμάντη στη Λίμνη!... Κι εμείς πιτσιρικάδες ακόμα ζυγώναμε τον μπάρμπα Λιμπέριο, καπτάν Λιμπέριο Λιμνιό, πλάι στο τραβηγμένο (που σάπιζε στη στεριά, τον «ΑΓΙΟ ΝΙΚΟΛΑΟ»), το παλιό του τρεχαντήρι – καΐκι … και κάθε φορά τον ρωτούσαμε…:
«Καπτα Λ’μπέργιου!.. του ν’ ήξερεις του Παπαδιαμάντ;» αγνοώντας ότι εκείνος ο καπτάν Λιμπέριος στ’ «Αγνάντεμα» στην Παναγιά την Κατευοδώτρα της Σκιάθου, ήταν … «Λιμνιός» απ’ τα εκεί τα «Λιμνιά» της πάνω Ενορίας… Κι ο δικός μας καπτάν Λιμπέριος, με το παλιό ναυτικό κασκετάκι, που ξέφευγαν σαν κρόσσια στους κροτάφους και πίσω τα κάτασπρα του μαλλιά …με το σαστισμένο των χρόνων μνημονικό του …φορές μας απάνταγε…:
«Ε! ..που να ξέρου!... σάμπους ήτανε ένας Παπαδιαμάντ’ς!...»
Έτσι γνωρίσαμε τον Παπαδιαμάντη στη Λίμνη! Αφού Λιμνιώτες εδώ του Ελύμνιου της Εύβοιας στα 1780 πάνω-κάτω, φτιάξαν τη νέα τους σύγχρονη αποικία, στη Συνοικία και την Παναγία τους την «Λιμνιά», πάνω στη Σκιάθο… Από τότε …Λιμνιώτες-Σκιαθίτες … μπερδεύτηκαν, σμίξανε…
Στα χρόνια του κυρ Αλέξανδρου, ήταν ένα. Μανιώτηδες, Γεωργαίοι και Γιαννιτσαίοι, Τζανιακαίοι και Κανταραίοι, Καβουραίοι, Κουρκουβαίοι, Λυμπεραίοι, Σαλωνικοί, Τρακοσαίοι και Μπαρμπουζαίοι, Μπογιατζαίοι, Παπαργυραίοι… και  Χατζαίοι και Χειμωναίοι, Κυπαρσαίοι … Φραγκογιαννάκηδες …. Είναι λίγες μονάχα από τις Λύμνιες οικογένειες αποίκων που μετανάστευσαν προς την Σκιάθο κι ακόμη βρίσκοντ’ εκεί, όπως θα ερευνήσει και θα καταγράψει ο ιστορικός Νίκος Μπελλάρας.
Ίσως … κι η «περιώνυμη» Χαδούλα Φραγκογιαννού, η χήρα του Ιωάννη Φράγκο, να μπλέχτηκε στη μυθιστορική πλοκή της «Φόνισσας» με την παλιά φαμίλια των απ’ την Λίμνη Φραγκογιαννάκηδων… Ίσως!... Και τι συντυχία να ‘ταν αυτή, όταν … στις μόλις-μόλις αρχές του περασμένου αιώνα έγραφε ο κυρ Αλέξανδρος για τη δικιά τους, μια άλλη αντίστοιχη «Φόνισσα» στο Ελύμνιο (όπως μου διηγήθηκαν γονείς κι άλλοι παλιοί…). Η Α………γιάννενα (αυτή), με την φήμη της «καλοκόκκαλης  παστρικιάς», μόλις λεχώνα κρυφής παράνομης γκαστριάς, στραγγάλιζε το «μπαστάρδικο» νόθο της γέννημα κι ετοιμαζότανε να το θάψει κρυφά χωρίς να τη δουν, στο χωματόστρωτο του σκοτεινού κατωγιού της…
Την πρόλαβαν οι χωροφυλάκοι, σείστηκε το χωριό!... της έδωσαν το πνιγμένο της βρέφος στα χέρια σε μια ποδιά… την διαπόμπεψαν «βυζαντινά» στους δρόμους της δημοσιάς με γιουχαϊτό … κι ύστερα το κακούργημα πήρε το δρόμο της δίκης…
Τόλεγα στον Σωτήρη Χατζάκη, τον σκηνοθέτη, όταν πριν κάμποσα χρόνια μας παρουσίασε στο Ελύμνιο την Σκιαθίτικη «Φόνισσα» σε σύγχρονη τραγωδία. (Κι εδώ το Ελύμνιο …δεν ολιγώρησε… Συμπορευόταν για μια ακόμη φορά, έστω και τραγικά) με την Σκιάθο και τον Παπαδιαμάντη!

Έτσι γνωρίσαμε τον Παπαδιαμάντη στη Λίμνη!... Αφήνοντας τα μαθητικά μας θρανία … παίρνοντας η γενιά μας τα σκήπτρα και τις ευθύνες για τα κοινά, δεν λησμονήσαμε τον Παπαδιαμάντη.
Κατά καιρούς οργανώσαμε εκδηλώσεις, μνημόσυνα πολιτιστικά, ημερίδες και φιλολογικές βραδιές, για τον Σκιαθίτη «Κοσμοκαλόγερο»
Φέραμε ανθρώπους της 7ης τέχνης του σινεμά,
Φέραμε τον Ευθύμη Χατζή, σκηνοθέτη που πρόβαλε τα «Ρόδινα Ακρογιάλια»,
Φέραμε ανθρώπους του θεάτρου, την Λυδία Κονιόρδου στην «Φόνισσα»,
Φέραμε τον σκηνοθέτη Σωτήρη Χατζάκη
Φέραμε …ανθρώπους του πνεύματος, δασκάλους, καθηγητές κι εκπαιδευτικούς,
Φέραμε … θεολόγους, ιστορικούς κι ιερατικούς,
Φέραμε … φιλολόγους σχολιαστές, συγγραφείς και μελετητές του πληθωρικού Παπαδιαμαντικού έργου…
Τον Άγγελο Μαντά, τον Άγγελο Καλογερόπουλο, τον Δημήτρη Μαυρόπουλο, τον Λάμπρο Καμπερίδη, τον μακαρίτη συμπατριώτη μας Χρήστο Χειμώνα, που μας κρατούσε σε πολιτιστική αδελφοποιτή επαφή με την Σκιάθο…
Κυρίες και Κύριοι έναν δεν φέραμε…τον Νίκο Τριανταφυλλόπουλο! Γιατί …μας έφερε αυτός χρόνια από μόνος του τον Παπαδιαμάντη στην Λίμνη! Με το «Παπαδιαμαντικό του Ελύμνιο» με τον Παπαδιαμάντη που …πρώτα «πέρασε» απ’ τη Λίμνη κι ύστερα απ’ την Χαλκίδα. Στην Αθήνα αργότερα…
Αν οι μαθητικοί μας φιλόλογοι και καθηγητές μας γνώρισαν τον Παπαδιαμάντη, ο εξωσχολικός μετασχολικός μας φιλόλογος (με καταγωγή εκ μητρός του την Λίμνη), στέριωσε μέσα μας (δεν ήταν πλάνη εφηβική), πως ο Παπαδιαμάντης όσο Σκιαθίτης, το ίδιο τόσο ξανά θα μπορούσε να ήτανε και Ελύμνιος!
Ο συγγραφέας κριτικός εκδότης και μελετητής, των πιο ολοκληρωμένων συμπληρωμένων (ως σήμερα) «ΑΠΑΝΤΩΝ» του Παπαδιαμάντη (5τομη έκδοση «Δόμος»), κατόρθωσε με ξέχωρη ικανότητα και με δεινότητα ζηλευτή (τι κόπο και χρόνο … και βάσανο, μονάχα ο ίδιος γνωρίζει!...), να αναλύσει πρισματικά το τεράστιο Παπαδιαμάντειο έργο και να προβάλει καλειδοσκόπια την πολυσύνθετη προσωπικότητα, την μορφή και ψυχή του Παπαδιαμάντη … που τώρα τον εκτιμήσαμε περισσότερο. Και τον αγαπήσαμε πιο πολύ!... (Γι’ αυτή την πολύτιμη προσφορά του τον Νίκο Τριανταφυλλόπουλο, τον ευγνωμονούμε!...)

Έτσι γνωρίσαμε τον Παπαδιαμάντη στη Λίμνη!... σ’ ένα διαχρονικό, σ’ ένα λυρικό οδοιπορικό, απ’ τα μαθητικά μας χρόνια, τα γεμάτα συναίσθημα, τα χρωματιστά …μέχρι και τα σημερινά μας ώριμα χρόνια… τα πέτρινα και τα’ ασπρόμαυρα!...

Κυρίες και Κύριοι… παλιότερα, σαν ναυτικός, είχα την τύχη να ταξιδέψω τον κόσμο ολόκληρο, αποκομίζοντας φιλομαθής όντας εμπειρίες και γνώσεις… Στην Σκιάθο … δεν το ‘φερε!... δεν το ‘θελε!... δεν έτυχε!... Δεν πήγα ποτές…
Ίσως …γιατί η μυθοπλασία που έφτιαξ’ από παιδί μέσα μου, για το μικρό του νησί και για τον κυρ Αλέξανδρο …ήθελα έτσι να παραμείνει: Μυθοπλασία!...
Έτσι  … όπως γνωρίσαμε τον Παπαδιαμάντη στην Λίμνη…
Δ.Α. «Ελύμνιος»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου